Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

(τοῦ Πιττακοῦ

См. также в других словарях:

  • αλκαίος — I (Μυτιλήνη 640 – 570 π.Χ.).Λυρικός ποιητής. O Α. έζησε σε μια εποχή δύσκολη για τις ελληνικές πόλεις, οι οποίες αντιμετώπιζαν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, εξαιτίας της αντίθεσης των μεγάλων αριστοκρατικών γενών, που μετάτην κατάργηση της… …   Dictionary of Greek

  • Μυτιλήνη — Πόλη (27.247 κάτ.) της Λέσβου, πρωτεύουσα του νομού Λέσβου. Είναι χτισμένη στην ανατολική πλευρά του νησιού και από το λιμάνι της εξυπηρετούνται αποκλειστικά σχεδόν όλοι οι οικισμοί της Λέσβου. Στο προάστιο της Κράτηγος βρίσκεται το αεροδρόμιο. Η …   Dictionary of Greek

  • μέλαγχρος — (7oς αι. π.Χ.). Τύραννος της Μυτιλήνης και αρχηγός των ολιγαρχικών. Σκοτώθηκε από τον Πιττακό και τους αδερφούς του Αλκαίου, Κίριδα και Αντιμενίδη. Ο Αλκαίος εκφράστηκε με επαινετικά λόγια για τον M. επειδή ήταν θανάσιμος εχθρός του Πιττακού,… …   Dictionary of Greek

  • Πενθιλίδαι (-ες) — Αρχαία αριστοκρατική οικογένεια της Μυτιλήνης, γενάρχης της οποίας ήταν ο Πενθίλος, ο γιος του Ορέστη. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Πενθίλος ήταν ο πρώτος οικιστής της Λέσβου. Οι Π. έχασαν τη δύναμη και τα αξιώματά τους την εποχή του Πιττακού ή… …   Dictionary of Greek

  • πιττάκειος — α, ον, Α [Πιττακός] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Πιττακό 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ πιττάκειον το ρητό τού Πιττακού …   Dictionary of Greek

  • φύσκων — και φύσγων, ωνος, ή φυσκών, ῶνος, ὁ Α 1. (κυρίως ως παρωνύμιο τού Πιττακού) κοιλαράς, προγάστωρ 2. ρίψη βόλων, ζαριά. [ΕΤΥΜΟΛ. < φύσκη + επίθημα ων (πρβλ. ἄρχ ων)] …   Dictionary of Greek

  • Πενθίλος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Οικιστής της Λέσβου. Bλ. λ. Πενθιλίδαι. 2. Πελοποννήσιος ήρωας, γιος του Νηλείδη Περικλυμένη, αδελφού του Νέστορα και πατέρα του Βώρου. Διώχθηκε από τη Μεσσηνία από τους Ηρακλείδες. 3. Λέσβιος, αδελφός του Δράκοντα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»